- δερματεμπορία
- ητο εμπόριο δερμάτων: Η δερματεμπορία έχει αναπτυχθεί πολύ.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
δερματεμπορία — η και δερματεμπόριο, το το εμπόριο δερμάτων … Dictionary of Greek
δερματεμπόριο — το η δερματεμπορία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)